- λεζάντα
- ησύντομη επεξήγηση κάτω από εικόνα, σχέδιο ή φωτογραφία σε έντυπο.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. legende < μσν. λατ. legenda «ανάγνωσμα»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
λεζάντα — η (λ. γαλλ.), το κείμενο που επεξηγεί το περιεχόμενο μιας εικόνας ή φωτογραφίας: Οι λεζάντες του βιβλίου ήταν γραμμένες με καλλιγραφικούς χαρακτήρες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Σπινέλο, Αρετίνο — (Spinello). Ιταλός ζωγράφος (Αρέτζο 1346 1410). Από τις πρώτες του δημιουργίες σε διάφορα καλλιτεχνικά κέντρα αναφέρονται ο «Ευαγγελισμός», εξωτερική τοιχογραφία στο ναό του Ευαγγελισμού στο Αρέτζο, η «Παναγία» και Το Βρέφος και οι άγιοι στο… … Dictionary of Greek
Στίλερ, Μόριτζ — (Stiller). Σουηδός σκηνοθέτης του κινηματογράφου και παραγωγός (Ελσίνκι 1883 Στοκχόλμη 1928). Εβραιοπολωνικής καταγωγής, ο Σ. ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως ηθοποιός στη Φιλανδία και αργότερα στη Σουηδία για να μεταπηδήσει, το 1912, στον… … Dictionary of Greek